Τετάρτη 28 Μαΐου 2014

Το μετεκλογικό Q & A


Κέρδισε ο ΣΥΡΙΖΑ; Κέρδισε. Όμως, μήπως, αυτή η νίκη ήταν πύρρειος; Κι αν ναι, τι έφταιξε;
Βάζω ερωτήσεις στον εαυτό μου, όπως και χιλιάδες άλλων ψηφοφόρων κάνουν αυτές τις ημέρες, και παίρνω  απαντήσεις από τον ίδιο.

Ερώτηση: Υπήρχε νικητής:
Απάντηση: Νικητής, αναμφισβήτητα, υπήρχε και ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί να μην είχε άνοδο στα ποσοστά του, μπορεί, μάλιστα, να έχασε 139.000 ψήφους σε σχέση με τις εκλογές του Ιουνίου του 2012, αλλά κανείς δεν μπορεί να παραβλέψει το ιστορικό γεγονός της μοναδικής φοράς που η αριστερά βρέθηκε πρώτη σε οποιεσδήποτε εκλογές στην Ελλάδα. Επίτευγμα που γίνεται πολύ σημαντικότερο αφού ήλθε σε μία εποχή μακροχρόνιας κάμψης της αριστεράς στην Ευρώπη και κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού, αλλά και σε μία περίοδο ξενοφοβικής και ακροδεξιάς στροφής των λαών της Γηραιάς ηπείρου. Σε μία Ευρώπη-φρούριο. Τηρουμένων των αναλογιών, η Ευρώπη είχε να γνωρίσει κάτι παρόμοιο από τα χρόνια του Μπερλινγκουέρ.

Ερώτηση: Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να θεωρεί μεγάλη επιτυχία αυτή τη νίκη;
Απάντηση: Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να πανηγυρίζει για μία ιστορική νίκη, όχι όμως, και για μία τόσο μεγάλη νίκη όσο θα περίμεναν οι ψηφοφόροι του και τα μέλη του. Ένα μέρος ευθύνης, πιθανώς, φέρει και ο ίδιος και η ομάδα εκλογικού σχεδιασμού με τον χαρακτηρισμό των Ευρωεκλογών ως δημοψήφισμα και τις αστοχίες στην επιλογή υποψηφίων για τις αυτοδιοικητικές εκλογές, αλλά και τις Ευρωεκλογές (βλ. Πελοπόννησο, Δυτ. Μακεδονία, Θράκη κ.ά.).

Ερώτηση: Η αποχή έπαιξε ρόλο;
Απάντηση: Σίγουρα έπαιξε. Οχι, όμως, καθοριστικό. Η αύξηση της αποχής σε σχέση με τις Κοινοβουλευτικές εκλογές του 2012 κυμαίνεται περίπου στο 3%, αλλά θα ήταν υπερβολή να ισχυριστεί κάποιος ότι όλη αυτή η αποχή ανήκει στην αριστερά και τον ΣΥΡΙΖΑ. Η αύξησή της, άλλωστε, αγγίζει τα όρια των… δικαιολογημένων απωλειών ή αστοχιών των εκλογικών καταλόγων.  Η αποχή, λοιπόν, έπαιξε τον ίδιο ρόλο που έπαιξε και το 2012. Αλλωστε, οι Ευρωεκλογές είχαν πάντοτε μικρότερη συμμετοχή από τις υπόλοιπες εκλογές. Μάλιστα, το 2014 υπήρξε μία αξιοσημείωτη αύξηση συμμετοχής σε σχέση με το 2009 της τάξης του 7%!  Μένει να απαντηθεί αν αυτή η αύξηση μπορεί να πιστωθεί στο κάλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ ή στην επιταγή των καιρών της κρίσης. Πάντοτε, όμως, μπορούμε να έχουμε μία βεβαιότητα για την αδιαφορία ή τον αποκλεισμό του ενός στους πέντε ή ακόμα και του ενός στους τέσσερις ψηφοφόρους.
Σε καιρούς πόλωσης, μάλιστα, είναι αμφίβολο αν αυτοί οι πολίτες μπορούν να αθροιστούν στους ψηφοφόρους της αριστεράς ή της δεξιάς αφού, μέρος αυτών ανήκει στο κομμάτι του λαού που έχει αποπολιτικοποιηθεί πλήρως και ακόμα και η κρίση δεν κατάφερε να το επαναφέρει.

Ερώτηση: Τελικά, η Ελλάδα ψήφισε αντιευρωπαϊκά ή ευρωπαϊκά;
Απάντηση: Τα αποτελέσματα δείχνουν μία επικράτηση, αν και σαφώς ασθενέστερη σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, των πολιτών που επιλέγουν Ευρώπη αφού αν αθροίσει κανείς τις φιλοευρωπαϊκές και τις αντιευρωπαϊκές δυνάμεις, οι πρώτες υπερτερούν κατά, τουλάχιστον, 10% (ακόμα και μοιράζοντας ελαφρώς αυθαίρετα το εκλογικό ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ σχεδόν κατά το ήμισυ). Βεβαίως, πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ μιλά για μία διαφορετική Ευρώπη.

Ερώτηση: Ψήφισε, τουλάχιστον, αντιμνημονιακά;
Απάντηση: Αν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί, στηριζόμενοι στους αριθμούς και μόνο, τότε η φιλομνημονιακή ψήφος πρέπει να περιοριστεί στο άθροισμα των ποσοστών ΝΔ – Ελιάς – Ποταμιού – ΔΗΜΑΡ και ίσως ενός μέρους του ΛΑΟΣ. Δεν ξεπερνά, δηλαδή, ούτε το 40%. Αρα, η χώρα ψήφισε αντιμνημονιακά.

Ερώτηση: Η αριστερά συνολικά, έχασε;
Απάντηση: Σίγουρα όχι! Η αριστερά, με μικρότερη, μάλιστα, συμμετοχή ψηφοφόρων, σε σχέση με τις εθνικές εκλογές του '12, υπέστη μία απώλεια μόλις 47.500 ψήφων (αθροίζοντας τις ψήφους ΣΥΡΙΖΑ – ΚΚΕ – ΑΝΤΑΡΣΥΑ – Σχεδίου Β). Μάλιστα, σε ποσοστό, παρουσιάζει άνοδο κατά 2%, σχεδόν, σε σχέση με τις εκλογές του 2012 αφού την ίδια στιγμή, οι φιλομνημονιακοί σχηματισμοί παρουσιάζουν απώλειες που ξεπερνούν τις 500.000 ψήφους!

Ερώτηση: Αν είχαμε κοινοβουλευτικές εκλογές τα αποτελέσματα θα ήταν διαφορετικά;
Απάντηση: Πιθανότατα, ναι. Η διαφορετική φύση των Ευρωεκλογών, αλλά και δεκάδες άλλοι σημαντικοί ή λιγότερο σημαντικοί παράγοντες οδηγούν, σε αυτό το μάλλον ασφαλές συμπέρασμα. 
Καταρχήν, δεν θα υπήρχε η ίδια διασπορά ψήφου, αφού στις Ευρωεκλογές έλαβαν μέρος 43 συνδυασμοί και απέσπασαν ψήφο οι 40 από αυτούς (!!!), ενώ στις κοινοβουλευτικές του 2012 είχαν λάβει μέρος οι μισοί συνδυασμοί: δηλαδή, μόλις 21 και από αυτούς έλαβαν ψήφο οι 17! Μιλάμε, δηλαδή, για υπερδιπλασιασμό των συνδυασμών που απέσπασαν έστω και 100 ψήφους ο καθένας.
Η αποχή θα ήταν μικρότερη και συνήθως η συμμετοχή ευνοεί τους αριστερούς σχηματισμούς και, σχεδόν σίγουρα, τους αντικυβερνητικούς.
Η απώλεια ψήφων του ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν κατά τα φαινόμενα είτε μικρότερη είτε θα υπήρχε και αύξηση, καθώς η διασπορά των ψήφων φαίνεται να έγινε περισσότερο προς συνδυασμούς που συνορεύουν με τον ΣΥΡΙΖΑ, συμπεριλαμβανομένων και ψήφων που πήγαν στην λεγόμενη κεντροαριστερά (Ελιά, Ποτάμι, κυρίως). Το μεγαλύτερο μέρος των συνδυασμών  που προστέθηκαν στις Ευρωεκλογές σε σχέση με τις Κοινοβουλευτικές εθνικές εκλογές ήταν αντιμνημονιακοί ή και αδιευκρίνιστοι, όπως, για παράδειγμα, Το Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη, που φαίνεται να έχει απορροφήσει και ένα μέρος αντιμνημονιακών παραπλανημένων ψηφοφόρων δημοκρατικών πεποιθήσεων.
Οι στατιστικολόγοι – δημοσκόποι, σαφώς, θα μπορούν να διατυπώσουν μία περισσότερο εμπεριστατωμένη άποψη, μα φαίνεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, με τα χαρακτηριστικά και μόνο αυτής της εκλογικής αναμέτρησης θα μπορούσε να έχει 3-4 εκατοστιαίες μονάδες επιπλέον και να μπορεί έτσι να γίνει ο απόλυτος πρωταγωνιστής και ρυθμιστής των εξελίξεων, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και σήμερα δεν είναι.

Ερώτηση: Τι έφταιξε και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να φτάσει σε ένα ποσοστό άνω του 30% ή έστω να αυξήσει το ποσοστό του σε σχέση με το 2012;
Απάντηση: Οι λόγοι είναι σίγουρα πολλοί και πρέπει να απασχολήσουν τα επιτελεία της Κουμουνδούρου.
Σταχυολογώντας, θα μπορούσαμε να καταλήξουμε σε μερικούς από αυτούς, ως βασικότερους (μέρος τους αναφέρθηκε και παραπάνω):


  • Η διεξαγωγή των Ευρωεκλογών την δεύτερη Κυριακή και όχι την πρώτη. Η κυβέρνηση κατέφυγε σε αυτό το τέχνασμα όχι μόνο υπολογίζοντας στην αδυναμία των ετεροδημοτών να φύγουν για μία ολόκληρη εβδομάδα ή να μεταβούν δύο φορές σε μία εβδομάδα στον τόπο που ψηφίζουν λόγω οικονομικών, αλλά γνωρίζοντας, πιθανότατα, και την αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ στο αυτοδιοικητικό επίπεδο. Ένα κόμμα που δυόμιση χρόνια πριν βρισκόταν στο 4% ήταν πολύ δύσκολο να διαθέτει ένα δίκτυο ανθρώπων έτοιμων να καλύψουν αυτοδιοικητικά ολόκληρη την ελληνική επικράτεια. Η αδυναμία αυτή ενισχύθηκε, μάλιστα, και από τα λάθη και τις αστοχίες τόσο της Κουμουνδούρου όσο και των οργανώσεων μελών της ανά την Ελλάδα. Τα παραδείγματα της Σαμπιχά Σουλεϊμάν στην Θράκη, του Καρυπίδη στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας και του Οδυσσέα Βουδούρη στην Πελοπόννησο είναι ένα μέρος αυτών των αστοχιών και των λανθασμένων χειρισμών.  Σε μικρότερους δήμους, αλλά και σε Περιφέρειες οι διενέξεις ήταν συχνά έντονες και οι διαφωνίες σίγουρα πολλές. Δεν είναι λίγα τα παράπονα ανθρώπων των κατά τόπους οργανώσεων και περιφερειακών ή δημοτικών συνδυασμών για παραβιάσεις του Καταστατικού του κόμματος, έλλειψη συλλογικών αποφάσεων ή, ακόμα, και «σαμποταρίσματος» κάποιων υποψηφιοτήτων. Αυτή η «τριβή» είχε έναν, έστω και μικρό, αντίκτυπο σε κομμάτι των ψηφοφόρων για τις Ευρωεκλογές και μία απώλεια ψήφων προς τα αριστερότερα του ΣΥΡΙΖΑ. Η δυναμική των συνδυασμών της Ρένας Δούρου στην Περιφέρεια Αττικής και του Γαβριήλ Σακελλαρίδη στην Αθήνα απέδειξαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να πάει καλύτερα και στις Ευρωεκλογές, αλλά δεν ήταν αρκετή ώστε να διαμορφώσει την εικόνα ενός κόμματος που έρχεται να κυβερνήσει.
  • Η επιλογή του να δοθεί χαρακτήρας δημοψηφίσματος των Ευρωεκλογών ενάντια στην κυβέρνηση. Η αστοχία της επιλογής κρίνεται από το αποτέλεσμα που ναι μεν έφερε πρώτο τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η Κουμουνδούρου δεν μπορεί να πανηγυρίσει και για την αύξηση του ποσοστού της. Αντιθέτως, βέβαια, οι δύο κυβερνητικοί εταίροι μπορούν να θεωρούνται ηττημένοι έχοντας σημαντική και ιστορική απώλεια ποσοστών (ιστορικές, όμως, είναι έτσι κι αλλιώς οι στιγμές από το 2010 και μετά). Ετσι, ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε με μία ιστορική νίκη για την αριστερά η οποία δεν μπορεί να πανηγυριστεί όσο αν το ποσοστό του είχε αυξηθεί έστω και κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες ή αν η ηγεσία του δεν είχε προσδώσει χαρακτήρα δημοψηφίσματος σε μία αναμέτρηση που εκ των προτέρων γνώριζε ότι δεν έχει την ίδια βαρύτητα για τους έλληνες πολίτες με αυτή των εθνικών εκλογών.
  • Η έλλειψη ξεκάθαρου σχεδιασμού και σαφών θέσεων στα εθνικά ζητήματα, η οποία δείχνει να του κόστισε στην Θράκη και το Βόρειο Αιγαίο, αλλά και, γενικότερα, στις παραμεθόριες περιοχές. Το συνέδριο του κόμματος έδωσε μεγαλύτερη βαρύτητα στο ευρωπαϊκό και το οικονομικό πρόβλημα και, σαφώς, υποτίμησε, στριμωγμένο από την αναγκαιότητα της οικονομικής κρίσης, τα εθνικά ζητήματα, τα οποία, σε μία ευρωπαϊκή αναμέτρηση αναβαθμίζονται και η ακροδεξιά τα κάνει σημαία της.
  • Η αστοχία στην επιλογή προσώπων στο Ευρωψηφοδέλτιο αφού βρέθηκαν κρίσιμες για τον ίδιο περιοχές χωρίς σοβαρή αντιπροσώπευση. Ένα παράδειγμα μπορεί να είναι η Κρήτη.
  • Η εμμονή στην ευρωπαϊκή κατεύθυνση και η όχι και τόσο εμπεριστατωμένη ανάλυση του τι εννοεί όταν μιλάει για «Ευρώπη των λαών». Οι έλληνες πολίτες, πολύ δε περισσότερο οι αριστεροί, αναρωτιούνταν σε ποια Ευρώπη λαών μπορούσαν να προσβλέπουν όταν η Ουκρανία γινόταν άνω κάτω από τα ευρωπαϊκά πραξικοπήματα και τις αμερικανικές παρεμβάσεις, αλλά και τις σκληρές συγκρούσεις συμφερόντων. Σε ποιους λαούς θα μπορούσαν να ακουμπήσουν όταν στην Γαλλία όλες οι δημοσκοπήσεις έφερναν πρώτη την κυρία Λεπέν και δικαιώθηκαν τελικώς και όταν παντού η άνοδος των εθνικιστικών και ξενοφοβικών κομμάτων ήταν ραγδαία και απειλητική; Μοιραία, αυτά οδήγησαν σε μία απώλεια αριστερών ψηφοφόρων που δεν πείθονται από τον ευρωπαϊκό ορίζοντα. Ισως έτσι να εξηγείται και η ενίσχυση του ΚΚΕ, αλλά ακόμα και αυτή η ασθενική ενίσχυση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που δεν κατάφερε, παρόλα αυτά, να φτάσει το 1%, χάνοντας προφανώς και αυτή προς το Σχέδιο Β του Αλέκου Αλαβάνου τις αριστερές διαρροές του ΣΥΡΙΖΑ που θα μπορούσε να έχει απορροφήσει.
  • Το εχθρικό ευρωπαϊκό τοπίο, καθώς η Ευρώπη ολόκληρη μοιάζει εγκλωβισμένη μέσα στη βίαιη μετάβαση στον νεοφιλελευθερισμό και οι λαοί της αδιάφοροι στην πλειοψηφία τους. Η αποχή ήταν παντού μεγάλη και, μάλιστα, στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, εύκολα θα μπορούσε κανείς να την μπερδέψει με ποσοστό συμμετοχής, καθώς μιλάμε για αριθμούς που ξεπέρασαν ακόμα και το 80%. Η Ευρωπαϊκή Ενωση, λοιπόν, προχωρά, απόντων των λαών της. Η τακτική του «φασούλι το φασούλι» ή των baby steps, που λένε κι οι αμερικανοί, δεν μπορεί να πείσει έναν λαό που αντιμετωπίζει πια μία ανθρωπιστική κρίση με εκατομμύρια ανέργων και ανασφάλιστων και χιλιάδες άστεγων και αυτόχειρων.
  • Τα εχθρικά ΜΜΕ ή, ακόμα καλύτερα, η απόλυτη απομόνωση της αριστεράς και κάθε αντιμνημονιακής φωνής. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε με μόλις μιάμιση εφημερίδα (Εφημερίδα των Συντακτών και Ελευθεροτυπία) μέτριας κυκλοφορίας, συν την Αυγή, ένα μόνο ραδιόφωνο κι αυτό δικό του, την Ertopen και ορισμένα περιοδικά μέτριας, επίσης, κυκλοφορίας. Ούτε ένα κανάλι, όχι να τον στηρίζει, αλλά έστω να του αποδίδει τον χρόνο ΄που δικαιούται ως πρώτο πια κόμμα ή να του συμπεριφέρεται με την απαιτούμενη δεοντολογία. Το Διαδίκτυο βοήθησε, επίσης, αρκετά, αλλά μάλλον περισσότερο στην κατεύθυνση της δημιουργίας ενός πυρήνα βάσης που θα μπορούσε να αποτελέσει τον εκτοξευτήρα του.
  • Η αποτυχία προσέλκυσης ψηφοφόρων που απέχουν τα τελευταία δέκα ή είκοσι χρόνια απογοητευμένοι από τις πολυδιασπάσεις της αριστεράς, την διαπλοκή των κυβερνώντων και πολλούς άλλους παράγοντες, αλλά σίγουρα πεισμένων ότι τίποτα πια δεν μπορεί να αλλάξει. Η σπασμωδική προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να τους προσελκύσει τις τελευταίες 3-4 εβδομάδες πριν την κάλπη ήταν και καθυστερημένη και καταδικασμένη σε αποτυχία. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται πια μπροστά σε ένα σοβαρό και δύσκολο δίλημμα: να στρέψει αυτός λίγο δεξιότερα ώστε να συναντήσει τους ψηφοφόρους των χώρων ανάμεσα σε αυτόν και την δεξιά ή να μείνει σταθερός και να φέρει τους ψηφοφόρους αριστερά. Κι επειδή οι αριθμοί των ψηφοφόρων του συντηρητικού και μνημονιακού χώρου έχουν μαζέψει πια τόσο ώστε να αποτελούν τον σκληρό πυρήνα στήριξης αυτών των πολιτικών φαντάζει και είναι, μάλλον, απίθανη η προσέλκυση και ενός έστω εξ αυτών, θα ήταν πιο δόκιμο να προσπαθήσει να πολεμήσει την αποχή. Πόλεμος που δεν θα του στοιχίσει και ιδεολογικά.


* Η φωτογραφία στην αρχή είναι έργο του ζωγράφου Γιώργου Καρακάσογλου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου